Ο Γιώργος Παυλίδης μίλησε αποκλειστικά στο Iraklis-press24 για τα χρόνια που πέρασε στον Ηρακλή, για τους συμπαίκτες που είχε, αλλά και το που θα έφτανε εκείνη η παρέα (σ.σ. Διαμαντίδης, Σχορτιανίτης, Χατζηβρέτας, Παπαδόπουλος κ.α ).
Εκείνες οι εποχές ήταν ανταγωνιστικές για το Ελληνικό Μπάσκετ, όμως και πάλι το οικονομικό ήταν «αγκάθι» ώστε εκείνα τα παιδιά να έφερνα έναν τίτλο.
Αναλυτικά
- Γιώργο ήρθες σε μια εποχή που ο Ηρακλής έδινε ευκαιρίες σε Έλληνες καλαθοσφαιριστές. Τι έχεις να θυμάσαι από την πρώτη σου παρουσία με την φανέλα του Ηρακλή;
« Ήρθα σε μια εποχή που ο Ηρακλής ήταν ήδη σε μια παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας, οικονομικής δυσχέρειας και χρονικής στενότητας. Ο πρώτος προγραμματισμός για την ομάδα εκείνο το καλοκαίρι είχε αποτύχει και η ομάδα άρχισε να στελεχώνεται στοιχειωδώς στο τέλος της τυπικής περιόδου προετοιμασίας. Απουσία εναλλακτικών, το πρότζεκτ στον Ηρακλή τότε αποσκοπούσε στην στελέχωση της ομάδας από παίκτες που ήταν προσιτοί σε τιμή, διαθέσιμοι, αλλά και εν δύναμη ικανοί να στηρίξουν τον (όπως φαινόταν στην αρχή) φιλόδοξο στόχο της ομάδας να μείνει στην κατηγορία. Για αυτό προσέλκυσε και διατήρησε στις τάξεις του παίκτες που πρωτίστως ήθελαν να κερδίσουν περισσότερο χρόνο συμμετοχής στην Α1».
Συνεχίζοντας ο βετεράνος των «κυανόλευκων» για την πρώτη του εμφάνιση είπε: « Με την φανέλα του Ηρακλή ήταν στα Μαυροσκούφεια, στο οποίο κέρδισα χρόνο ως αλλαγή του Νίκου (Κούβελα). Θυμάμαι το ανέλπιστα ανταγωνιστικό πρόσωπο που δείξαμε σαν ομάδα στο τουρνουά, αφού είμασταν μαζί για πολύ λίγο χρονικό διάστημα. Θυμάμαι πως και προσωπικά σε εκείνο το τουρνουά τα είχα πάει πολύ καλύτερα από ότι περίμενα»
- Ήσουν σε μια χρονιά που ο Ηρακλής μετέπειτα έβγαλε την νέα Εθνική ομάδα. Άξιζε εκείνη η ομάδα να πάρει έστω ένα Κύπελλο Ελλάδος;
«.Η στελέχωση της Εθνικής ομάδας σίγουρα δεν έγινε εξολοκλήρου από τους συμπαίκτες μου στον Ηρακλή, τουλάχιστον τα τρία χρόνια που πέρασα στον σύλλογο – σίγουρα όμως κάποιοι συμπαίκτες μου (π.χ., Σχορτσιανίτης, Διαμαντίδης, Παπαδόπουλος) την στελέχωσαν ή ήταν βασικά μέλη τους. Ο Ηρακλής δεν κατάφερε μετά από εκείνη την περίοδο να στελεχώσει την Εθνική Ομάδα εξίσου επιτυχημένα μετά, κυρίως γιατί η πορεία του σαν σύλλογος ήταν καθοδικός. Με άλλα λόγια, ο σύλλογος δεν κατάφερε να κρατήσει στην δύναμη του καταξιωμένους και ελπιδοφόρους παίκτες που πέρασαν από αυτόν και στελέχωσαν την Εθνική Ομάδα, ούτε κατάφερε να παράγει στον ίδιο ρυθμό νέα ταλέντα».
«Αναμφισβήτητα, η προσπάθεια την προπονητών και των παικτών στην ομάδα στην οποία συμμετείχα για 3 χρόνια, και η παρουσία των φιλάθλων του Ηρακλή στην κερκίδα θα ήταν ωραίο (και άξιζε) να επιβραβευθεί. Για μένα όμως, η απόκτηση τίτλων όπως το Κύπελλο Ελλάδος δεν αποτελεί στόχο που υλοποιείται με πρόσκαιρες, ερασιτεχνικές και τυχοδιωκτικές τακτικές. Διοικητικά ο σύλλογος είχε μια σύνθεση και πρόσωπα που χαρακτηρίζονταν από ένα ή περισσότερους από αυτούς τους χαρακτηρισμούς για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Η αγωνιστική ομάδα τότε, καθώς και οι φίλαθλοι, άξιζαν καλύτερες διοικήσεις – και αν υπήρχαν αυτές σε βάθος χρόνου, θα μπορούσαμε να συζητήσουμε για το αν ομάδα σαν σύνολο άξιζε ένα Κύπελο Ελλάδος. Αναγνωρίζω πως το Κύπελλο Ελλάδος είναι ένας θεσμός που επιτρέπει και έχει αναδείξει πολλές εκπλήξει – ο σύλλογος μας όμως δεν το άξιζε περισσότερο από άλλους».
- Υπήρχαν πολλές αξιόλογες ομάδες και υπήρχε μάχη σε κάθε αγώνα. Τι έλειπε από εκείνη την φουρνιά του Ηρακλή;
«Δεν νομίζω πως έλειπε κάτι από αυτή την ομάδα. Με τα διοικητικά δεδομένα και τα οικονομικά μεγέθη της περιόδου εκείνης, η ομάδα απέδωσε 2 ή 3 φορές πάνω από ότι θα μπορούσε να τεθεί σαν ρεαλιστικός στόχος. Για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, είμασταν ένα αγωνιστικό σύνολο που παρακινούταν από την αγάπη για το άθλημα, δίψα για διάκριση, χαρά για αυτό που κάνουμε, και ένα αγωνιστικό ιδεώδες που καλλιεργούταν από τους προπονητές μας. Είχαμε επίσης καλή στήριξη από τους φιλάθλους. Η συνταγή πέτυχε – δυστυχώς δεν υπήρξε η ανάλογη στήριξη του πρότζεκτ από την διοίκηση, γιατί εν μέρει η οικονομική επίδοση του συλλόγου δεν ήταν ανάλογη της αγωνιστικής. Για αυτό και το πρότζεκτ έσβησε».
- Ποιους αγώνες θέλεις να θυμάσαι με την φανέλα του Ηρακλή; Και ποιους δεν θες, καθώς υπήρξαν και οι λεγόμενες κακές ήττες.
«Κάναμε κάποια πολύ καλά παιχνίδια με Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό, και Άρη. Μεγάλες νίκες και ήττες, σχετικά καλές συνθήκες στην κερκίδα και πολύς κόσμος στο γήπεδο. Θυμάμαι το σασπένς και την ατμόσφαιρα στο παρκέ και τις κερκίδες– και θέλω να θυμάμαι κάποια από αυτά τα παιχνίδια με τον Άρη σαν κεφάλαιο για το άθλημα στην χώρα μας. Είμαι ένα άτομο που δεν απεχθάνομαι την ήττα, αν και δεν μου αρέσει η ηττοπάθεια. Δεν υπάρχουν λοιπόν ήττες που με δεν θέλω να θυμάμαι. Αυτό που δεν θέλω να θυμάμαι είναι μεμονωμένα περιστατικά στην καριέρα μου στον Ηρακλή που δεν έχουν να κάνουν με το αποτέλεσμα του αγώνα».
- Ήσουν και εσύ ένας από τους αγαπημένους παίκτες των φιλάθλων. Τι έχεις να πεις για τον κόσμο του Ηρακλή;
«Δεν ξέρω, ειλικρινά, αν είμαι ένας από τους αγαπημένους παίκτες των φιλάθλων στον Ηρακλή – θα με χαροποιούσε από τα βάθη της καρδιάς μου αν το ήξερα αυτό. Θέλω όμως να ευχαριστήσω όλους όσους είχαν βρεθεί στο γήπεδο την εποχή εκείνη για τις ωραίες στιγμές που ζήσαμε. Μου προσφέραν έντονα συναισθηματικές εμπειρίες, μοναδικές στο είδος τους, που θα με συνοδεύουν για πάντα. Θαυμάζω την αγάπη των φιλάθλων για τον σύλλογο και την ζηλεύω αυτή την αγάπη, γιατί προσωπικά την έχω νιώσει μόνο για πρόσωπα. Συγκινούμε με την αφοσίωση των φιλάθλων στον Ηρακλή, ήθελα πάντα να την τιμάω και όλοι να την τιμάνε».
- Τα διοικητικά προβλήματα στον χώρο του μπάσκετ έχουν φέρει τα πάνω-κάτω, αφού πλέον και ο ανταγωνισμός φαίνεται αν μην υπάρχει. Ο Παναθηναϊκός και οι υπόλοιποι;
«Δεν ξέρω αν οι προσδοκίες μας για ομαλότητα στα πρωταθλήματα πηγάζει από μια εσωτερική ανάγκη (ή αγάπη για το άθλημα) που μας κάνει απαιτητικούς. Εγώ πάντως αναγνωρίζω πως είμαι πολύ απαιτητικός σε αυτό τον τομέα. Θα ήθελα να ξεχωρίσω τα διοικητικά από τα οικονομικά προβλήματα. Η οικονομική ευχέρεια ή δυσχέρεια ήταν και είναι δεδομένη και για όλους τους συλλόγους – για κάποιους περισσότερο, για άλλους λιγότερο, σε άλλες εποχές λιγότερη και σε άλλες περισσότερη. Η διακύμανση στην συνολική οικονομική δυσχέρεια δεν μπορεί να εξηγήσει το ερασιτεχνικό αποτέλεσμα που παρουσιάζεται στα πρωταθλήματα. Έχουμε αξιόλογους προπονητές και παίκτες που κάνουν συγκινητική και αποτελεσματική δουλειά – μου αρέσει το μπάσκετ που βλέπω. Τα διοικητικά αποτελέσματα όμως δεν είναι εξίσου αποτελεσματικά με τα αγωνιστικά – τόσο σε επίπεδο διοίκησης ερασιτεχνικών και επαγγελματικών πρωταθλημάτων, όσο και σε επίπεδο διοίκησης ερασιτεχνικών και επαγγελματικών τμημάτων των συλλόγων. Ο Ηρακλής δεν έχει υπάρξει εξαίρεση σε αυτό».
Επιπλέον πρόσθεσε: «Η σημερινή εικόνα των πρωταθλημάτων δεν αποτελεί έκπληξη για μένα. Απεναντίας, έκπληξη για μένα είναι που άργησε να έρθουν σε αυτό το σημείο τα πρωταθλήματά μας – και φρονώ πως θα γίνουν χειρότερα. Αν θέλουμε σταθερότητα και περηφάνεια στα επαγγελματικά πρωταθλήματα μας, πολιτισμό και διαπαιδαγώγηση στα ερασιτεχνικά μας πρωταθλήματα, τότε πρέπει να κάνουμε βαθιές τομές, να πάρουμε επίπονες αποφάσεις, να θεσπίσουμε βιώσιμους και ρεαλιστικούς στόχους, να επενδύσουμε εξίσου στην στο διοικητικό προσωπικό και στην παραγωγή αθλητών για την οργάνωση των σωματείων».
- Σκέφτεσαι να ασχοληθείς κάποια στιγμή με την προπονητική;
«Με το τέλος της καριέρας μου σπούδασα, έκανα διδακτορικό, και τώρα είμαι ακαδημαϊκός – αυτό σημαίνει πως κάνω έρευνα και διδάσκω στο πανεπιστήμιο. Η προπονητική δεν μου ήταν ποτέ ελκυστική ως επάγγελμα, και επίσης δεν επένδυσα καθόλου χρόνο να εκπαιδευτώ ως προπονητής. Η προπονητική είναι κάτι μου μελέτησα για κάποιον χρόνο ερευνητικά, στον οποίο η εκτίμηση μου για αυτή και τα άτομα που ασχολούνται μαζί της αυξήθηκε κατακόρυφα. Ο/η προπονητής/τρια δεν είναι ένας ρόλος που μπορεί να πάρει κάποιος χωρίς να έχει τα στοιχειώδη – και μπορώ να πω με βεβαιότητα πως δεν είμαι σε θέση να προπονήσω κανέναν αυτή την στιγμή! Στο μέλλον ίσως και μάλλον εθελοντικά».